Summary

Από τις πρώτες ώρες της ημέρας, μέχρι και τις τελευταίες, επιλέγουμε – σχεδόν υποσυνείδητα – τα προϊόντα που χρησιμοποιούμε και τις υπηρεσίες που εμπιστευόμαστε, βάσει του εμπορικού τους σήματος (“trademark”). Το τελευταίο, δημιουργεί και ακολουθεί το «όνομα» (“brand”) της επιχείρησης, αποτελώντας τον συνδετικό κρίκο με το καταναλωτικό κοινό. Δεν απουσιάζουν όμως οι φορές, όπου μια επιχείρηση έρχεται αντιμέτωπη με την -δόλια ή εξ αμελείας- οικειοποίηση του εμπορικού της σήματος από τρίτους.

H καταχώριση του εμπορικού σήματος, διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην προστασία των δικαιωμάτων τόσο των επιχειρήσεων, όσο και των καταναλωτών. Μέσω αυτής, οι δικαιούχοι εμποδίζουν τρίτους να χρησιμοποιούν παρόμοιο ή πανομοιότυπο σήμα για δικά τους προϊόντα ή υπηρεσίες, προστατεύοντας παράλληλα τη φήμη και το καταναλωτικό/πελατειακό κοινό τους. Όσον αφορά τους καταναλωτές, το σήμα συμβάλλει στην αποφυγή σύγχυσης, αλλά και στην εν γένει προώθηση του θεμιτού ανταγωνισμού στην αγορά, καθιστώντας δυσκολότερο για τις επιχειρήσεις να αντιγράφουν ή να μιμούνται τους ανταγωνιστές τους.

Τι είναι, όμως, το εμπορικό σήμα;

Σύμφωνα με τον πιο πρόσφατο νόμο (4679/2020), το εθνικό σήμα μπορεί να αποτελείται από οποιαδήποτε σημεία, ιδίως από λέξεις, συμπεριλαμβανομένου του ονόματος προσώπων, ή από σχέδια, γράμματα, αριθμούς, χρώματα, το σχήμα του προϊόντος ή τη συσκευασία του προϊόντος, ή από ήχους, υπό την προϋπόθεση ότι τα σημεία αυτά:

α) είναι ικανά να διακρίνουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες μιας επιχείρησης από τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες άλλων επιχειρήσεων και

β) μπορούν να αναπαρίστανται στο μητρώο, κατά τρόπο που επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές και στο κοινό να προσδιορίζουν με σαφήνεια και ακρίβεια το αντικείμενο της προστασίας που παρέχεται στο δικαιούχο του.

Είδη

Δυνάμει του προαναφερθέντος νόμου, νέοι τύποι εμπορικών σημάτων, πέραν του λεκτικού και του απεικονιστικού που προέβλεπε ο προϊσχύσας (4072/2012), είναι διαθέσιμοι για καταχώριση:

  • ηχητικά σήματα (π.χ. ήχοι, μελωδίες),
  • σήματα κίνησης (π.χ. σειρά εικόνων ή βίντεο που δημιουργούν την ψευδαίσθηση της κίνησης),
  • σήματα ολογράμματος (π.χ. τρισδιάστατες εικόνες που αλλάζουν καθώς αλλάζει η οπτική γωνία),
  • οπτικοακουστικά (π.χ. συνδυασμός διαφορετικών τύπων σημάτων, όπως σήματα ήχου και κίνησης) και
  • τρισδιάστατα (π.χ. το σχήμα ενός προϊόντος ή της συσκευασίας του).

Στο πλαίσιο αυτό, δεν απαιτείται πλέον η γραφική αναπαράσταση του σήματος για την καταχώρισή του, αλλά βάσει του άρθρου 2 παρ. 2 του Ν4679/2020, η αναπαράσταση του σήματος πρέπει να υποβάλλεται στο μητρώο σε οποιαδήποτε κατάλληλη μορφή, με τη χρήση ευρέως διαθέσιμης τεχνολογίας […].

Προστασία εμπορικών σημάτων

Στην Ελλάδα, πλήρη αρμοδιότητα και ευθύνη για τα εμπορικά σήματα αναλαμβάνει ο Οργανισμός Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας (ΟΒΙ), εποπτευόμενος φορέας του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων.

Αν ο ενδιαφερόμενος επιθυμεί να προστατεύσει το εμπορικό του σήμα εντός των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τότε δύναται να το καταχωρίσει στο Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO).

Αν επιθυμεί να προστατεύσει το εμπορικό του σήμα διεθνώς, τότε δύναται να καταθέσει δήλωση καταχώρισης στον Παγκόσμιο Οργανισμό Διανοητικής Ιδιοκτησίας (WIPO), σύμφωνα με το Διεθνές Πρωτόκολλο της Μαδρίτης (1989).

Δικαίωμα και Ανανέωση

Μόλις ένα εμπορικό σήμα καταχωριστεί στον OBI, ο κάτοχός του διαθέτει αποκλειστικά δικαιώματα χρήσης του, σχετικά με τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία έχει καταχωριστεί. Με άλλα λόγια, μόνο ο κάτοχος του καταχωρισμένου σήματος, επιτρέπεται να το χρησιμοποιεί στην Ελλάδα και η μη εξουσιοδοτημένη χρήση του από τρίτο, συνιστά παραβίαση σήματος. Ταυτόχρονα, υφίσταται δυνατότητα παραχώρησης άδειας χρήσης ή εκχώρησής του σε τρίτο.

Η καταχώριση ισχύει για δέκα (10) έτη και δύναται να ανανεωθεί επ’ αόριστον. Ο δικαιούχος μπορεί να αιτηθεί ανανέωση (και ηλεκτρονικά), κατά το τελευταίο εξάμηνο της δεκαετούς προστασίας. Σε περίπτωση λήξης της δεκαετίας, παρέχεται πρόσθετη προθεσμία ανανέωσης έξι (6) μηνών, με αυξημένο – κατά το ήμισυ – το τέλος ανανέωσης. Συνεπώς, ο κάτοχος οφείλει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικός, ειδάλλως θα παύσει αυτοδικαίως η προστασία του σήματός του και θα απωλέσει τα δικαιώματα αποκλειστικής χρήσης του.

Ποια είναι η διαδικασία καταχώρισης;

Για την καταχώριση ενός εμπορικού σήματος στην Ελλάδα, πρέπει να ακολουθηθούν τα εξής βήματα:

  • Διεξαγωγή έρευνας για το εμπορικό σήμα: Πριν από την αίτηση καταχώρισης, είναι σημαντικό να διενεργηθεί έρευνα, για να διασφαλίσει ο ενδιαφερόμενος ότι το σήμα που επιθυμεί να καταχωρίσει είναι διαθέσιμο και όχι παρόμοιο με υφιστάμενα εμπορικά σήματα.
  • Προετοιμασία αίτησης: Η αίτηση καταχώρισης θα πρέπει να περιλαμβάνει σαφή απεικόνιση του εμπορικού σήματος, κατάλογο των προϊόντων ή υπηρεσιών για τα οποία θα χρησιμοποιηθεί, καθώς και πληροφορίες σχετικά με τον κάτοχο.
  • Κατάθεση αίτησης: Η αίτηση (έγχαρτη ή ηλεκτρονική) κατατίθεται στον Οργανισμό Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας (ΟΒΙ).
  • Εξέταση: Μόλις κατατεθεί η αίτηση, εξετάζεται από τον OBI για να διασφαλιστεί ότι πληροί τις νομικές προϋποθέσεις για την καταχώριση. Οι προϋποθέσεις περιλαμβάνουν ότι το σήμα είναι διακριτικό και μη ικανό να παραπλανήσει το κοινό, δεν είναι παρόμοιο ή ταυτόσημο με υφιστάμενο καταχωρισμένο ή με σήμα που εκκρεμεί προς καταχώριση και δεν είναι ταυτόσημο ή παρόμοιο με σήμα με φήμη.
  • Δημοσίευση: Εάν η αίτηση εγκριθεί, θα δημοσιευθεί στον Οργανισμό Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας και το σήμα θα τεθεί σε ισχύ από την ημερομηνία δημοσίευσης. Ο κάτοχος του εμπορικού σήματος θα ειδοποιηθεί επίσης για την καταχώριση από τον ΟΒΙ.
  • Περίοδος ανακοπής: Μετά τη δημοσίευση, ακολουθεί 3μηνη περίοδος ανακοπής, κατά τη διάρκεια της οποίας κάθε ενδιαφερόμενος μπορεί να ασκήσει ανακοπή κατά της καταχώρισης του σήματος. Οι λόγοι ανακοπής προσδιορίζονται στο άρθρο 4 του Ν. 4679/2020 (απόλυτοι λόγοι απαραδέκτου), καθώς και στο άρθρο 5 (σχετικοί λόγοι απαραδέκτου).
  • Καταχώριση: Εάν δεν υπάρξει αντίρρηση ή δεν ευοδωθεί, το εμπορικό σήμα θα καταχωριστεί και ο κάτοχος θα λάβει πιστοποιητικό καταχώρισης.

Σημειωτέον, ότι ο OBI θα χρεώσει επίσης τέλη για τη διαδικασία αίτησης, εξέτασης και καταχώρισης, η οποία μπορεί να διαρκέσει έως και μερικούς μήνες.

Πώς προστατεύεται ο δικαιούχος σε περίπτωση προσβολής;

Ο δικαιούχος σήματος χρήζει, ανάλογα και με το είδος της προσβολής, αστικής, διοικητικής και ποινικής προστασίας.

Σε περίπτωση αντιγραφής/εκμετάλλευσης καταχωρισμένου εμπορικού σήματος από τρίτο, έχει το δικαίωμα να εγείρει αγωγή ενώπιον Μονομελούς Πρωτοδικείου, αξιώνοντας άρση και παράλειψη της προσβολής στο μέλλον, ακόμα και αποζημίωση, σε περίπτωση ζημίας από υπαιτιότητα. Μπορεί, επίσης, να ζητηθεί και η λήψη ασφαλιστικών μέτρων για την αποτροπή επικείμενου κινδύνου.

Εξαιρέσεις και περιορισμοί

Οι απόλυτες και αποκλειστικές εξουσίες, που απονέμει στον δικαιούχο του σήματος ο Νόμος 4679/2020, δεν είναι απεριόριστες. Υπόκεινται σε εξαιρέσεις και περιορισμούς, οι οποίοι αφορούν – μεταξύ άλλων – σε περιπτώσεις, κατά τις οποίες τρίτοι, δύνανται να χρησιμοποιήσουν το σήμα του δικαιούχου, χωρίς την άδειά του. Απαριθμούνται, όμως, αποκλειστικά στο Νόμο, σε εναρμόνιση με την Οδηγία 2015/2436/ΕΕ.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα περιορισμού αποτελεί το άρθρο 12 (άρθρο 9 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ), που αφορά στην απώλεια δικαιώματος λόγω ανοχής: «Ο δικαιούχος προγενέστερου σήματος [..] δεν έχει το δικαίωμα να ζητήσει την ακύρωση ή να απαγορεύσει τη χρήση μεταγενέστερου καταχωρισμένου στην Ελλάδα σήματος για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες αυτό χρησιμοποιήθηκε, εφόσον ανέχτηκε εν γνώσει του τη χρήση του σήματος αυτού για περίοδο πέντε (5) συνεχών ετών, εκτός αν η κατάθεση του μεταγενέστερου σήματος έγινε με κακή πίστη[…]».

Έτσι, αν ο δικαιούχος του προγενέστερου δικαιώματος ανεχθεί επί 5 έτη εν γνώσει του τη χρήση μεταγενέστερου σήματος, τότε δεν μπορεί να απαγορεύσει τη χρήση του. Στον δικαιούχο του μεταγενέστερου σήματος χορηγείται μόνο αμυντικό δικαίωμα, συνεπώς δε δύναται να απαγορεύσει τη χρήση του προγενεστέρου.

Παράδειγμα εξαίρεσης αποτελεί το άρθρο 13 (άρθρο 15 της Οδηγίας), σχετικά με την ανάλωση του δικαιώματος: «Το δικαίωμα που παρέχει το σήμα δεν επιτρέπει στον δικαιούχο του να απαγορεύει τη χρήση του σήματος για προϊόντα που έχουν διατεθεί με το σήμα αυτό στο εμπόριο μέσα στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο από τον ίδιο τον δικαιούχο ή με τη συγκατάθεσή του[…]»

Μέσω της αρχής της ανάλωσης, προτάσσεται η διασφάλιση της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων στο πλαίσιο της ΕΕ και του ΕΟΧ, έναντι του αποκλειστικού και απεριόριστου δικαιώματος του σηματούχου. Οι επί του σήματος εξουσίες κάμπτονται και η εκ μέρους τρίτου άσκηση των εξουσιών, τελεί υπό καθεστώς νόμιμης αδείας.

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι τα ως άνω όρια υπόκεινται σε ερμηνεία από τα δικαστήρια και είναι απαραίτητο να ζητήσετε εξειδικευμένες νομικές συμβουλές ή ακόμη και να κινήσετε νομικές διαδικασίες για να προστατεύσετε τα δικαιώματά σας.

Η διανοητική ιδιοκτησία θεωρείται το σημαντικότερο και πολυτιμότερο περιουσιακό στοιχείο μιας εταιρείας. Ειδικότερα, ένα εμπορικό σήμα, είναι – αναμφίβολα – το αντικείμενο βιομηχανικής ιδιοκτησίας, με την υψηλότερη αξία εμπορικής εκμετάλλευσης. Ο Νόμος 4679/2020 αποτελεί μία προσπάθεια εκσυγχρονισμού των υφιστάμενων διαδικασιών, με τις τελευταίες να είναι συχνά πολύπλοκες και να απαιτούν ιδιαίτερη μεταχείριση για την αποτελεσματικότερη προστασία των δικαιωμάτων των σηματούχων.

Το ερώτημα, αν η εφαρμογή του θα αποτελέσει ευκαιρία για τις επιχειρήσεις ή νέα πρόκληση, θα απαντηθεί εν καιρώ.

Ειρήνη Κούσουλα, Ασκούμενη Δικηγόρος